Η Ελλάδα χρειάζεται μια ισχυρή αναπτυξιακή τράπεζα για να υποστηρίξει τις ανάγκες της νέας οικονομίας.
Το νέο οικονομικό περιβάλλον που διαμορφώνεται χαρακτηρίζεται από την ανάγκη μετασχηματισμού του οικονομικού μοντέλου, δίνοντας έμφαση στη βιώσιμη ανάπτυξη των επιχειρήσεων και της κοινωνίας, την αντιμετώπιση των προκλήσεων της κλιματικής αλλαγής καθώς επίσης την ενεργειακή μετάβαση και τον ψηφιακό μετασχηματισμό. Οι κυβερνήσεις όλων των χωρών έχουν προσανατολίσει τις βιομηχανικές στρατηγικές τους ,ως κρίσιμες παραμέτρους της αναπτυξιακής πολιτικής τους , στο να επιτύχουν αυτόν τον μετασχηματισμό του οικονομικού μοντέλου.
Το καθεστώς λειτουργίας των αναπτυξιακών τραπεζών τους επιτρέπει να διαθέτουν πόρους με πιο προνομιακούς όρους αναφορικά με το κόστος χρηματοδότησης και τον χρόνο αποπληρωμής, σε σχέση με τις εμπορικές ή τις επενδυτικές τράπεζες. Παράλληλα, είναι διατεθειμένες να αναλάβουν υψηλότερο επίπεδο κινδύνων για βιώσιμα και καινοτόμα έργα σε σχέση με τις εμπορικές ή τις επενδυτικές τράπεζες.
Σε εγχώριο επίπεδο, η οικονομία μας εξέρχεται από μια μακρά περίοδο κρίσης, με το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, χάρη στην αναπτυξιακή πολιτική της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη και των μεταρρυθμίσεων που υλοποίησε μεταξύ των οποίων και τη ριζική μείωση του όγκου των μη εξυπηρετούμενων δανείων μέσω του σχεδίου «Ηρακλής» αλλά και τη πρόσφατη απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, να βρίσκεται σε μια ανοδική πορεία. Οι προκλήσεις μετασχηματισμού του οικονομικού μοντέλου της χώρας, όμως, παραμένουν ισχυρές και αναγκαίες. Η χρηματοδότηση βιώσιμων έργων υποδομής, η περιορισμένη πρόσβαση των ΜμΕ σε πηγές χρηματοδότησης, η ανάγκη ενεργειακής μετάβασης της οικονομίας, είναι μερικές από τις προκλήσεις που χρήζουν αντιμετώπισης.
Η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα, είναι η αναπτυξιακή τράπεζα της χώρας μας.
Η ΕΑΤ, ως αναπτυξιακή τράπεζα, παρέχει χρηματοδοτήσεις με μακροπρόθεσμο χαρακτήρα (π.χ. αποπληρωμή δανείων 10 ετών και με περίοδο χάριτος 36 μηνών), διευκολύνοντας την υλοποίηση έργων που έχουν ικανό χρόνο ωρίμανσης, όπως έργα υποδομής και έργα καινοτομίας.
Επιμερίζει τους αναλαμβανόμενους κινδύνους σε συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα, καθιστώντας έτσι τα έργα πιο ελκυστικά για τους ιδιώτες επενδυτές. Αυτό γίνεται παρέχοντας εγγυήσεις δανείων ύψους έως 80% αλλά και με την συγχρηματοδότηση δανείων. Με αυτόν τον ισότιμο επιμερισμό κινδύνων, καθίσταται δυνατή η χρηματοδότηση έργων που διαφορετικά δεν θα ήταν εφικτό. Με την στήριξη της ΕΑΤ μειώνεται το κόστος χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις ιδιαίτερα σε περιόδους ανόδου του πληθωρισμού και αύξησης των επιτοκίων. Ενδεικτικά, το Σεπτέμβριο, τα επιτόκια χρηματοδότησης μέσω της ΕΑΤ έφτασαν στο 3,68% έναντι των επιτοκίων της αγοράς που έφταναν το 7,14%.
Αποτελεί μηχανισμό μόχλευσης δημοσίων πόρων και προσέλκυσης ιδιωτικών, αξιοποιώντας τα χρηματοδοτικά της εργαλεία, καθώς για κάθε 1 ευρώ δημοσίων πόρων που διαθέτει η ΕΑΤ, 3 ευρώ συνολικά διατίθενται στην αγορά.
Μεγιστοποιεί τις συνέργειες με το εγχώριο πιστωτικό σύστημα των εμπορικών τραπεζών και των άλλων χρηματοδοτικών οργανισμών, προκειμένου να υπάρχει η βέλτιστη και, κυρίως, χωρίς αποκλεισμούς κατανομή των πόρων, βελτιώνοντας και τις συνθήκες ανταγωνισμού. Παράλληλα, διατηρεί άριστες σχέσεις με Ευρωπαϊκούς χρηματοδοτικούς οργανισμούς, όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕ), για τη διάθεση νέων χρηματοδοτικών εργαλείων στην ελληνική αγορά. Πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί η συνεργασία ύψους 400 εκ ευρώ με την ΕΤΕ βάσει των οποίων δημιουργήθηκαν τρία νέα προγράμματα για ΜμΕ, το «Δάνεια Ρευστότητας Επιχειρήσεων», το Πράσινα Συγχρηματοδοτούμενα δάνεια», το «Δάνεια Ψηφιακής Αναβάθμισης», τα οποία θα διαθέσουν συνολικά πάνω από 2 δις ευρώ νέα δάνεια . Ήδη είναι διαθέσιμη η πρώτη δόση ύψους 1,3 δις ευρώ για τα δάνεια των ΜμΕ, με σημαντική ανταπόκριση από τις επιχειρήσεις.
Απόδειξη της δραστηριότητας και του αντικτύπου που έχει η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα τα τελευταία τέσσερα χρόνια, είναι ότι έως σήμερα έχει χρηματοδοτήσει περισσότερα από 45.000 νέα δάνεια προς επιχειρήσεις με το ύψος τους να ανέρχεται σε 9,4 δις ευρώ. Υποστήριξε σθεναρά και την αναβίωση της κοινωνικής στεγαστικής πολιτικής στη χώρα, μέσω της ανάληψης διαχείρισης του προγράμματος «Σπίτι μου» της ΔΥΠΑ, με περί 9.500 δάνεια ύψους 1 δις ευρώ. Ιδιαίτερη έμφαση έχει δοθεί στην ενίσχυση των πολύ μικρών επιχειρήσεων καθώς το 75% αυτών των χρηματοδοτήσεων απευθύνεται σε επιχειρήσεις με έως 10 άτομα προσωπικό και το 81% σε επιχειρήσεις με έως 2 εκ. ευρώ κύκλο εργασιών. Αυτή η κατηγορία επιχειρήσεων, είναι που αντιμετωπίζει και τις σημαντικότερες δυσκολίες πρόσβασης σε πηγές χρηματοδότησης. Τέλος, σημαντικός είναι και ο αντίκτυπος της δραστηριότητας στην απασχόληση και στη συμβολή στο ΑΕΠ, καθώς μέσω των χρηματοδοτήσεων υποστηρίχθηκαν περισσότερες από 306.000 θέσεις εργασίας , ενώ υπήρξε και πρόσθετη συμβολή στο ΑΕΠ της χώρας κατά 7,7 δις ευρώ.
Η ΕΑΤ είναι έτοιμη να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην υλοποίηση της φιλόδοξης αναπτυξιακής πολιτικής της κυβέρνησης μέσω καινοτόμων χρηματοδοτικών εργαλείων.